Stories Talk | Νίκος Η. Παπαστεργίου "Ο απόλυτος ασφαλιστικός κώδικας, απαιτεί σχεδιαστικά εργαλεία και ρεαλιστικές παραδοχές"
Η ζωή του μια βόλτα, με οδηγό τη δημιουργία
Από τη Χριστίνα Κατσαντώνη
Όταν ρωτούσαν τον Ωνάση, πώς έφτιαξε τόσα καράβια, απαντούσε ότι εκείνος ένα πλοίο έφτιαξε, το ένα έφερε το άλλο και πάει λέγοντας. Κάτι αντίστοιχο ισχύει στην περίπτωση του Σπύρου Θεοδωρόπουλου. Εκείνος μια εταιρία αγόρασε, που τότε είχε 50 εργαζόμενους και έδρα μια μονοκατοικία στο Μοσχάτο. Το ένα έφερε το άλλο κι η εταιρία, που την έλεγαν Chipita, σήμερα μετρά πάνω από 4.700 εργαζόμενους και διαθέτει περί τα 1,8 δισεκατομμύρια προϊόντα το χρόνο σε 56 διαφορετικές χώρες.
Τα πρώτα deal
Ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος γεννήθηκε στα Εξάρχεια και μεγάλωσε στις γειτονιές του Παγκρατίου. Έκανε το πρώτο deal της ζωής του, όταν ήταν ακόμα στο Δημοτικό και έπεισε τη μητέρα να του επιτρέψει να παρακολουθεί τις συνεδριάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων της μικρής οικογενειακής επιχείρησης, με αντάλλαγμα να μη μένει πίσω στις σχολικές υποχρεώσεις του. Χρειάστηκε όμως σύντομα να βρεθεί μπροστά στις υποχρεώσεις της πραγματικής ζωής.
Η απώλεια του πατέρα τον βρήκε σε ηλικία 16-17 ετών. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα όνειρα των σπουδών στο Πολυτεχνείο, γιατί έπρεπε παράλληλα να δουλεύει. Η τότε “αδικία” της ζωής, αποδείχτηκε μάλλον νομοτέλεια. Αναζήτησε μια σχολή που δεν έπαιρνε απουσίες, βρήκε την Ανωτάτη Εμπορική κι αντί για πολιτικός μηχανικός, έγινε επιχειρηματίας.
Τελειώνοντας τη σχολή, κι αφού εργάστηκε για μια εξαετία σε άλλες εταιρίες, αποφάσισε να κάνει την πρώτη δική του επιχειρηματική δραστηριότητα. Διέκρινε την ευκαιρία στην εισαγωγή σπίρτων από την Ιταλία και η επιλογή δεν τον απογοήτευσε. Ήταν αποδοτική, όμως κράτησε οκτώ μήνες, διότι τα σπίρτα απαγορεύτηκαν στην Ελλάδα. Το πρόωρο τέλος της πρώτης προσπάθειας στάθηκε άλλη μια ατυχής εξέλιξη, που τη μετέτρεψε σε ευτύχημα. Επόμενο βήμα του Σπύρου Θεοδωρόπουλου ήταν να βρει μια εταιρία προς πώληση. Τη βρήκε σε μια μικρή βιοτεχνία, που έβγαζε γαριδάκια και λεγόταν Chipita.
Η ανάπτυξη
Η απώλεια του πατέρα τον είχε διδάξει να είναι μαχητής, να μη σταματάει ποτέ να προσπαθεί. Κι όταν λίαν συντόμως άρχισαν τα προβλήματα, γιατί τα γαριδάκια ήταν ένα προϊόν μη υγιεινό, αναζήτησε ένα προϊόν που θα μπορούσε να στηρίξει την εταιρία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Βλέποντας ένα φούρνο στην Πατησίων να ανοίγει το κρουασάν και να το γεμίζει πραλίνα, σκέφτηκε να βρει ένα τρόπο να το βιομηχανοποιήσει. Η ιδέα του δεν είχε την υποδοχή που της άξιζε. Ύστερα από αλλεπάλληλες παρουσιάσεις και ισάριθμες απορρίψεις από υποψήφιους επενδυτές, βρήκε μια ξένη εταιρία που δέχτηκε να χρηματοδοτήσει το πλάνο, έτσι το 1991 το συσκευασμένο κρουασάν με γέμιση πραλίνα βγήκε στην αγορά, πανέτοιμο να κατακτήσει τον κόσμο.
Κι ύστερα, όπως θα έλεγε κι ο Ωνάσης, το ένα έφερε το άλλο. Η εταιρία μπήκε στο Χρηματιστήριο και στις διεθνείς αγορές. Το ένα εργοστάσιο έφερε το άλλο, το κρουασάν έφερε τα bake rolls και το 2000 τα προϊόντα της Chipita διανέμονταν σε 25 χώρες της Ευρώπης και σε πολλές χώρες της Αφρικής.
Ολική επαναφορά
Το 2006, κι ενώ η εταιρία σημείωνε ρεκόρ τζίρου και κερδών, το όραμα ενός εθνικού πρωταθλητή στον χώρο των τροφίμων οδηγεί τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο στην απόφαση να συνεταιριστεί με τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο και τη ΔΕΛΤΑ για τη δημιουργία της Vivartia.
Τα δεδομένα αλλάζουν ένα χρόνο μετά, όταν η MIG του Ανδρέα Βγενόπουλου αγοράζει τη Vivartia, παρά τις αντιρρήσεις του στην πώληση. Παραμένει ως διευθύνων σύμβουλος για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, με στόχο να πάρει πίσω την εταιρία του. Το καταφέρνει το 2010, όταν με τη στήριξη της εταιρίας Olayan, εξαγοράζει ξανά την Chipita και ξεκινά μια νέα εποχή για εκείνον και για την εταιρία.
Η νέα εποχή
Η εξαγορά της Νίκας το 2017, η επέκταση της Chipita με 14 παραγωγικές μονάδες σε 11 χώρες, η περαιτέρω ανάπτυξη της στην τεράστια αγορά της Βόρειας Αμερικής ή της Ρωσίας και η επέκτασή της σε νέες αγορές με επίκεντρο τις χώρες της Άπω Ανατολής, είναι κάποιοι από τους επόμενους σταθμούς της διαδρομής του Σπύρου Θεοδωρόπουλου.
Μιας διαδρομής γεμάτης με επιτυχίες και αποτυχίες, με κερδισμένες μάχες και δυσκολίες, με οικογενειακές στιγμές γαλήνης και επαγγελματικές υποχρεώσεις που δεν τελειώνουν στο γραφείο. Μιας ζωής που ο ίδιος προσεγγίζει σαν μια βόλτα, που δεν σταματάει ποτέ, μια εξελικτική διαδικασία, στηριγμένη στην πίστη ότι το πιο όμορφο πράγμα είναι πάντα η δημιουργία.