Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης

«Βλέπω το θαύμα στο χειρουργείο»

Ο διεθνούς φήμης χειρουργός που έφερε τις νέες μεθόδους χειρουργικής στην Ελλάδα, εξηγεί τι είναι η ρομποτική και ποιος είναι ο ρόλος του χειρουργού σε αυτήν. Μιλά με πάθος για το στόχο του γιατρού που έχει θέσει ως εχθρό του την ασθένεια, για τη φιλοσοφία του απέναντι στους ασθενείς, για την αξία της ζωής και για το θαύμα που συχνά βλέπει στο χειρουργείο.

Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης

Ένας γιατρός μετραέι τ' άστρα

Από τη Χριστίνα Κατσαντώνη
 

Όταν ήταν παιδί, έβλεπε τους γιατρούς σαν “μικρούς Θεούς”. Μεγαλώνοντας κατάλαβε ότι ο γιατρός ούτε είναι, ούτε πρέπει ποτέ να πιστέψει πως είναι κοντά στον Θεό. Αρκεί, να είναι κοντά στους ανθρώπους…

Ο Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης μεγάλωσε στην Κάρπαθο, σε μια εποχή που η σωτηρία ή η ανακούφιση των ασθενών κρεμόταν από τον γιατρό του νησιού. Από τότε που θυμάται τον εαυτό του, το μέλλον του ήταν ξεκάθαρο: θα γινόταν γιατρός. 

Πήρε την πρώτη απόφαση ζωής στην ηλικία των 12 χρονών, όταν οι γονείς του θέλησαν να πάρουν την οικογένεια με τα έξι παιδιά στην Αμερική. Προτίμησε να μείνει στη Ρόδο, με τον παππού και τη γιαγιά, ώστε να συνεχίσει να κυνηγάει το όνειρο της Ιατρικής, που σε μια ξένη γλώσσα τότε φάνταζε σχεδόν ακατόρθωτο. 

Το διάβασμα δεν τον δυσκόλευε. Διάβαζε πολύ, όχι μόνο τα σχολικά μαθήματα, αλλά και τα βιβλία του γιατρού και συγγραφέα Α. Τζ. Κρόνιν. Είχε ως πρότυπα τους γιατρούς – ήρωές του, που αγωνίζονταν για τα ιδανικά τους ενάντια στο κατεστημένο, αλλά και τη γιαγιά του, που με τα θεραπευτικά της βότανα ανακούφιζε τους πόνους των Καλύμνιων ψαράδων. 

Η εισαγωγή στην Ιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου με εξαιρετική επίδοση στις εξετάσεις δεν ήταν έκπληξη. Ήταν μόνο η αρχή μιας λαμπρής πορείας στο δρόμο της επιστήμης…

Ο εχθρός είναι η ασθένεια

Το γεγονός που καθόρισε τη ζωή και τη φιλοσοφία του τον βρήκε στο πέμπτο έτος της σχολής. Τα νέα από την Αμερική για την υγεία του πατέρα ήταν άσχημα και τα περιθώρια ζωής του, σύμφωνα με τους γιατρούς, στενά. Λίγες εβδομάδες πριν φύγει, πρόλαβε να τον αποχαιρετήσει. 

Η οδύνη της απώλειας συνοδεύτηκε από πείσμα. Κατάλαβε ότι ο εχθρός είναι η ασθένεια και ότι για να την πολεμήσει, υπήρχε μόνο ένας τρόπος: να γίνει άριστος χειρουργός. Κι αυτό έκανε. 

Ξεκίνησε την ειδικότητά του στο Κολόμπο, στο Riverside Methodist, όπου το 1988 απέκτησε την ειδικότητα της Γενικής Χειρουργικής. Παράλληλα, και με την πλούσια Ακαδημαϊκή καριέρα του στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο, παρακολούθησε πλήθος μεταπτυχιακών σεμιναρίων ανά τον κόσμο, με έμφαση στη Λαπαροσκοπική και στη Ρομποτική Χειρουργική.

Πρωτοπόρος, σαν τους ήρωες του Κρόνιν, που τον γοήτευαν μικρό, ακολούθησε τον κανόνα που λέει ότι δεν απορρίπτεις τη γνώση, πριν φροντίσεις πρώτα να την κατέχεις και να την δοκιμάσεις στην πράξη. Κι όταν γνώρισε μεθόδους χειρουργικής, που επιτρέπουν στο χειρουργό να μην ανοίγει το σώμα του ασθενή στα δύο, θέλησε να τις μάθει και να συμμετέχει μαζί τους, όχι ως απλός παρατηρητής, αλλά ως ηγέτης, στις εξελίξεις. 

Πάλεψε με τη δυσπιστία κυρίως του χειρουργικού κοινού και εφάρμοσε laser για πρώτη φορά στην Ελλάδα στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών το 1991. Κι είδε την εξέλιξη της ρομποτικής χειρουργικής -την οποία εφάρμοσε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και στη Νοτιοανατολική Ευρώπη το 2000- ως μοναδική ευκαιρία να αξιοποιήσει τα καλύτερα εργαλεία, ώστε να μπορεί να τολμά και να προσφέρει το μάξιμουμ ακριβώς σε εκείνον που το έχει μεγαλύτερη ανάγκη. 

Πολλές χιλιάδες χειρουργεία μετά την πρώτη του επέμβαση, δηλώνει απόλυτα -και πειστικά: “Ποτέ δεν έχω μετανιώσει, γιατί μπήκα στο χειρουργείο”. Εκεί, όπου έχει δει να συμβαίνουν θαύματα...

Η χαρά της ζωής

Σήμερα παίρνει χαρά από κάθε στιγμή της ζωής, που μοιράζεται με τη σύζυγό του, Μαριλένα Βλάχου, την κόρη του Σίσσυ και τον γιο του, Μιχάλη, από τις εκδηλώσεις αγάπης των ασθενών του, αλλά και από κάθε στιγμή ευθύνης στο χειρουργείο, όπου πάντα βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο. 

Ο δρόμος της επιστήμης δεν έχει τέλος, έτσι τα όνειρά του για το μέλλον είναι ακόμα ανεξερεύνητα, ταυτίζονται με τους στίχους του Κωστή Παλαμά: 

“Όσα βουνά κι αν ανεβείτε, απ’ τις κορφές τους, θα αγναντεύετε άλλες κορφές, ψηλότερες, μιαν άλλη πλάση ξελογιάστρα. Και στην κορυφή να φτάσετε την κατάψηλη, πάλι θα καταλάβετε πως βρίσκεστε, σαν πρώτα, κάτω απ’ όλα τ’ άστρα…”.