Η Σοφία Κοκοσαλάκη ήταν η πρώτη από τη σύγχρονη γενιά Ελλήνων σχεδιαστών μόδας που διέπρεψε στο εξωτερικό καταφέρνοντας να μεταφέρει στις διεθνείς πασαρέλες τη μαγεία του αρχαιοελληνικού ύφους, μέσα από τη δική της δημιουργική ματιά. Έφυγε νωρίς, ήταν όμως τόσο χαρισματική που ήδη σε λίγα μόλις χρόνια δημιούργησε ένα μύθο, μοναδικό και σημαντικό.

Από τη Μία Κόλλια

Τις πιο όμορφες, ιδιαίτερα μοντέρνες πτυχώσεις στην ιστορία, μετά τη μεγάλη του είδους Μαντλέν Βιονέ, ναι, τις έκανε η Σοφία Κοκοσαλάκη. Με ένα χάδι πάντα πάνω στις μουσελίνες και τα μετάξια, η Σοφία που «κληρονόμησε» την απίστευτη παρακαταθήκη της μεγάλης σχεδιάστριας αναλαμβάνοντας τον οίκο της, κατάφερε να ενσωματώσει τα πιο σημαντικά στοιχεία της Βιονέ στη δική της φιλοσοφία και στο δικό της ύφος. 

Είναι πάντα πολύ δύσκολο να αναλαμβάνεις την ευθύνη ενός μεγάλου ονόματος – πόσο μάλλον της γυναίκας που θεωρήθηκε ως η σημαντικότερη σχεδιάστρια φορεμάτων στην ιστορία. 

Η Σοφία και τότε και αργότερα εξέφρασε με τις δικές της απολύτως θηλυκές δημιουργίες την αρχαιοελληνική της λατρεία αναγεννώντας τα κλασικά ντραπέ, την αδυναμία της στις απαλές αέρινες γραμμές με ρομαντικές συλλήψεις σχεδόν χωρίς ραφές αλλά και τη δύναμη του σήμερα με ξεκάθαρες σιλουέτες. Με έναν μαγικό τρόπο κάθε σουπλάρισμα ακουμπούσε απαλά το σώμα και ήταν απολύτως σαφές παρά την πολυπλοκότητά του.

Ίσως γιατί η Σοφία Κοκοσαλάκη ήταν ένα καθαρό φωτεινό μυαλό που ποτέ δεν απέκρυψε τις έντονες επιρροές της από τη Βιονέ και την Αρχαία Ελλάδα, ποτέ δεν μάσησε τα λόγια της για το πώς χρησιμοποίησε όλα τα στοιχεία που την ενέπνεαν και ποτέ δεν σνόμπαρε κάθε αξία της τέχνης της που είχε άλλη υπογραφή. 

Ποτέ δεν επαναπαύθηκε στην καθολική αποδοχή που είχε εξ αρχής, ποτέ δεν άλλαξε ύφος επειδή έντυσε την Μπιορκ και πολλές άλλες διασημότητες. Η Σοφία Κοκοσαλάκη ήταν ένα υπέροχο κορίτσι με πλούσια ταλέντα και ένα δημιουργικό ευφάνταστο εσωτερικό κόσμο που κατάφερνε ακόμη και τον πιο σκληρό χρυσό «γλυπτό» της να το χαρακτηρίζει μια αυθεντική ευγένεια. Γιατί και τα ρούχα τα ίδια κληρονομούν την ευγένεια των χεριών που τα έπλασαν και της ψυχής που τα συνέλαβε.

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 3 Νοεμβρίου 1972, κόρη του πολιτικού μηχανικού Βασίλη Κοκοσαλάκη και της δημοσιογράφου Στέλλας Λεωνιδάκη. Στη μνήμη της είχαν αποτυπωθεί «τα καλοκαίρια στα Ρούστικα και στα Χανιά, να κάθομαι γύρω από τη γιαγιά μου τα απογεύματα, στην ηλικία των 6 με 7 ετών, παρακολουθώντας τις γυναίκες να πλέκουν και να κουβεντιάζουν. Λάτρεψα αυτή τη συντροφιά και την ιδέα του να κάνεις τα πάντα έξω στην αυλή ή δίπλα στον δρόμο, αναπολώντας αυτά που έφυγαν και σκεπτόμενη όσα έρχονται», όπως έχει πει. 

Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά γρήγορα την τράβηξε ο λαμπερός κόσμος της μόδας. 

kokosalaki

«Στην αρχή δεν με ενδιέφερε πολύ η μόδα. Μεγάλωσα σε άσχετο περιβάλλον. Δεν ήξερα ότι μπορούσα να ανταγωνιστώ τους ανθρώπους με τα ρούχα. Ώσπου μια μέρα, συνάντησα μια κοπέλα που φορούσε ένα δροσερό ροζ τοπ κι ένα τζιν, ενώ εγώ ήμουν ντυμένη με ένα φόρεμα με γιακαδάκι δαντελένιο. Κοτλέ. Καφέ φόρεμα. Κάντε το λίγο εικόνα αυτό! Καθόμουν στη γωνιά μου με κάτι φρικτά παπούτσια κι έμοιαζα με κοριτσάκι του κατηχητικού. Από εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα τη δύναμη των ρούχων», είχε διηγηθεί η Σοφία σε μια συνέντευξή της στην Telegraph το 2012, περιγράφοντας τη στιγμή που συνειδητοποίησε ότι θα ασχοληθεί με τη μόδα.

Έγινε δεκτή στο Central Saint Martins College of Art and Design του Λονδίνου, από το οποίο αποφοίτησε το 1998. Το 1999 παρουσίασε την πρώτη της συλλογή για άντρες και γυναίκες. Αργότερα, ενώ είχε απορροφηθεί με την ανάπτυξη του δικού της οίκου, ανέλαβε κατά περιόδους το brand Diesel Black Gold της ιταλικής Diesel του Ρέντσο Ρόσο, αλλά και την αναβίωση του ιστορικού γαλλικού οίκου Vionnet.

Ενδιάμεσα, έκανε δικά της editorial στο περιοδικό «Γυναίκα», γνωρίστηκε με τον Άγγελο Φρέντζο και δημιούργησαν ως ντουέτο τους Visionaires, ενώ ήδη δημιουργίες της πωλούνταν σε καταστήματα μόδας της Ελλάδας.

Το 2004 η Σοφία Κοκοσαλάκη κέρδισε το βραβείο New Generation Designer. Την ίδια χρονιά, της ανατέθηκε ο σχεδιασμός κοστουμιών για τους Ολυμπιακούς Αγώνες που έλαβαν χώρα στην Αθήνα.

Έντυσε 6.000 ανθρώπους που πήραν μέρος στην τελετή έναρξης, με αποκορύφωμα το επιβλητικό ένδυμα της Ισλανδής τραγουδίστριας Bjork, το οποίο καθώς τραγουδούσε, ξετυλιγόταν σε έκταση 900 τ.μ., καλύπτοντας όλους τους αθλητές.

Εκτός από τις κολεξιόν για τον δικό της οίκο, ήρθαν συνεργασίες με Topshop, Assos, Diesel, Linda Farrow, με την Aegean, αλλά και η σχεδίαση νυφικών για το netaporter.com. Τα τελευταία χρόνια, όλο και απομακρυνόταν από τον κόσμο της υψηλής ραπτικής, στρεφόμενη στο σχεδιασμό κοσμημάτων. Λάνσαρε μάλιστα και προσωπική συλλογή κοσμημάτων με αναφορές στην Αρχαία Ελλάδα, κατασκευασμένα αποκλειστικά από Έλληνες τεχνίτες.

Η Σοφία Κοκοσαλάκη ήταν ένας σεμνός και εσωστρεφής άνθρωπος, αν και η ίδια περιέγραφε τον εαυτό της ως μια «ευτυχισμένη, δυνατή, αστεία, θετική, Ελληνίδα». Η αγαπημένη της μυρωδιά ήταν το θυμάρι και η εικόνα που συχνότερα νοσταλγούσε ήταν να φτιάχνει στεφάνια με παπαρούνες την Πρωτομαγιά. 

Λάτρευε την οικογένειά της, ο ορισμός της πολυτέλειας γι’ αυτήν ήταν ο ελεύθερος χρόνος, της άρεσε το καλό φαγητό και είχε πει ότι αυτά που θα ήθελε να κρατήσει για πάντα ήταν φωτογραφίες της κόρης της και του πρώτου της φορέματος.

Η Σοφία Κοκοσαλάκη πέθανε στις 14 Οκτωβρίου 2019 στο Λονδίνο, ύστερα από σύντομη μάχη με τον καρκίνο. Άφησε πίσω της τον σύντροφό της Άντονι Μπέικερ, ο οποίος διηύθυνε τον οίκο μόδας της, και την κόρη της Στέλλα.

#Αφιέρωμα