Η Ελληνίδα υψίφωνος που διαπρέπει στη Γερμανία σε έναν τόσο δύσκολο καλλιτεχνικό χώρο, χαράζει τη δική της πορεία, με στόχο το ταξίδι -και όχι την Ιθάκη. Με σπουδές και υποτροφίες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, η Μαρία Κωστράκη είναι μια καλλιτέχνις που έχει καταφέρει να κάνει αυτό που αγαπά, με αφοσίωση, σκληρή δουλειά και χωρίς καμία «έκπτωση» για χάρη της… διασημότητας. Παρά τη γοητεία και την τόσο χαρακτηριστική ομορφιά της.

Aπό τη Μία Κόλλια

Πότε είχατε την πρώτη σας επαφή με το είδος της μουσικής που υπηρετείτε και τι σας οδήγησε σε αυτή την πορεία;

Την πρώτη μου ουσιαστική επαφή με τη μουσική την είχα ως μέλος της Παιδικής Χορωδίας Αγίας Τριάδος Θεσσαλονίκης, ενώ καθοριστική υπήρξε η συμμετοχή μου στην παραγωγή της «Turandot» του G. Puccini, με πρωταγωνίστρια τη θρυλική Ghena Dimitrova, υπό τη διεύθυνση του Άλκη Μπαλτά. Ήταν μια εμπειρία πραγματικά αξεπέραστη για μένα ως παιδί, που πραγματικά με στιγμάτισε.

Πώς έχετε καταφέρει να εξελίσσετε την καριέρα σας σε έναν τόσο ανταγωνιστικό καλλιτεχνικό χώρο όπως είναι αυτός του λυρικού θεάτρου και μάλιστα στο εξωτερικό;

Όπως σε κάθε είδος τέχνης που θέλει κανείς να υπηρετήσει σωστά: με αφοσίωση, έρωτα, δουλειά, αυταπάρνηση. Από εκεί και πέρα, η εξέλιξη αυτή δεν είναι αυτοσκοπός. Δεν υπάρχει Ιθάκη, μονάχα ταξίδι. Και σίγουρα δεν εστιάζεις στους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες. Όπου σε βγάλει, όσο σε βγάλει.

Υπάρχει αυτό που λέμε «μυστικό της επιτυχίας» και ποιο είναι το δικό σας;

Θα πρέπει να έχουμε κατά νου πως η καριέρα ενός καλλιτέχνη αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικής του ζωής. Το ένα επηρεάζει το άλλο και αντίστροφα. Όπως ο καθένας μας έχει τη δική του, προσωπική, μοναδική πορεία στη ζωή, έτσι συμβαίνει και στην καλλιτεχνική του σταδιοδρομία. Επίσης, μην ξεχνάμε, πέραν της συστηματικής και εντατικής δουλειάς, τον αστάθμητο παράγοντα της τύχης. Οπότε όχι, δεν πιστεύω πως υπάρχει «μυστικό επιτυχίας», πιστεύω σίγουρα όμως στις προϋποθέσεις αυτής, όπως ανέφερα παραπάνω.

Πιστεύετε ότι το μουσικό ταλέντο είναι έμφυτο ή επίκτητο και μέχρι πού μπορεί να οδηγήσει έναν καλλιτέχνη;

Ναι, πιστεύω απόλυτα στο έμφυτο μουσικό ταλέντο. Πέραν της φωνής για εμάς τους τραγουδιστές, μιλάμε και για τη γενική μουσική ευφυΐα. Αυτό όμως δεν πρέπει να το υπερεκτιμούμε, γιατί αποτελεί μόνο ένα μικρό μέρος για την καλλιτεχνική εξέλιξη κάποιου. Είναι ίσως ένα 20%, με το οποίο μονάχα δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Όπως επίσης, αν έχεις το υπόλοιπο 80% και σου λείπει αυτό το 20%, πάντα κάτι ουσιαστικό θα σου λείπει.

Οι «κανόνες του παιχνιδιού» όσον αφορά τη διασημότητα ενός καλλιτέχνη διέπουν και τον δικό σας χώρο ή διαφέρουν;

Αυτούς τους κανόνες δεν τους γνωρίζω, οπότε δεν είμαι το σωστό άτομο για να απαντήσει. Τελευταία μάλιστα συνειδητοποίησα πως μάλλον σε αυτόν τον τομέα εγώ σε κάποιο άλλο ταμπλό παίζω ή, να το πω διαφορετικά, συνειδητοποίησα ότι σε ένα παιχνίδι σκάκι, εγώ παίζω ντάμα. Δεν πειράζει, ωραία είναι και η ντάμα. Πιο απλή. Ας καταναλωθεί σε αλλά πράγματα η φαιά ουσία.

kostraki

Υψίφωνος του λυρικού θεάτρου: πόσο δύσκολο είναι να κάνεις κάτι τόσο εξεζητημένο;

Ναι, σίγουρα είναι εξεζητημένο σε σχέση με άλλα επαγγέλματα όπως γιατροί, δικηγόροι ή κομμωτές. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που ζούμε, όμως, κάτι τέτοιο δεν σε περιορίζει. Συνολικά υπάρχει πολύ ευρεία αγορά, που σου επιτρέπει τόσο να εργαστείς βιοποριστικά με αυτό που λέγεται τέχνη, όσο και να δημιουργήσεις καλλιτεχνικά, χαράζοντας τη δίκη σου προσωπική πορεία στον χώρο. Υπάρχουν αρκετά αυτιά ανά την υφήλιο, που θα βρεις να τους «μιλήσει» αυτό που κάνεις. Τελευταία, μου έγραψε κάποιος από τον Καναδά, πως θα ήθελε να έχει κάποιες ηχογραφήσεις μου, αν και δεν έχω τραγουδήσει ποτέ στον Καναδά. Δεν έχω πάει καν! Είναι εντυπωσιακό. Από την άλλη, η δουλειά μας είναι λειτούργημα. Υπάρχει επιτακτική ανάγκη για αυτό, για το καλό ανά τον κόσμο.

Σκοπεύετε να γυρίσετε στην Ελλάδα κάποια στιγμή;

Θα μου άρεσε πολύ. Στην ηλικία των 15 χρόνων, συμφιλιώθηκα με την ιδέα πως δεν θα μπορούσα ποτέ να γυρίσω στην Ελλάδα, τόσο λόγω του περιορισμού στην αγορά εργασίας όσο και για τη δική μου, προσωπική καλλιτεχνική εξέλιξη. Έχω μάθει να αγαπώ το μέρος που ζω ανά περίοδο. Το αγάπησα το Μόναχο και δεν μπορούσα να διανοηθώ να μένω σε μια πόλη χωρίς μουσική βιβλιοθήκη, όπου οποιαδήποτε στιγμή θα μπορούσα να ανατρέξω και να βρω αυτό που ψάχνω -παρτιτούρες, πληροφορίες, ηχογραφήσεις και βιντεοσκοπήσεις κάθε λογής, όπως συστηματικά έκανα εκείνο τον καιρό. Εκτός αυτού, εδώ στη Γερμανία υπάρχει μια πολύ ιδιαίτερη καλλιτεχνική αντιμετώπιση. Υπάρχει σεβασμός, αξιοπρέπεια και πρόνοια, αυτό που λέμε σύστημα, για κάθε είδους καλλιτέχνη, και αυτό το θεωρώ ζωτικής σημασίας. Σίγουρα, «πενία τέχνας κατεργάζεται», αλλά τέχνη όχι μόνο μπορεί αλλά πρέπει να υπάρχει και χωρίς πενία. Όπως και να έχει, από τότε άλλαξαν πολλά πράγματα. Διαδικτυακά έχεις πρόσβαση στα πάντα και οι πληροφορίες έρχονται όπου και αν βρίσκεσαι. Εγώ είμαι παιδί της γενιάς που βίωσε αυτή την αλλαγή σε πολύ κρίσιμη ηλικία, όσον αφορά τη δουλειά μου.

Δεν θα ξεχάσω πως στα πρώτα  μου βήματα έπρεπε να βρω κάποιον να μου φέρνει την εφημερίδα Giornale della musica από την Ιταλία, για να ενημερώνομαι για διαγωνισμούς και ακροάσεις σε αυτή τη χώρα, που εγώ τόσο αγαπούσα αλλά δεν ήμουν πολίτης της. Ήδη κάποια χρόνια αργότερα, δε νοείτο να μην μπορείς να βρεις όλες αυτές τις πληροφορίες διαδικτυακά. Πέραν αυτού, θεωρώ πως στην Ελλάδα υπάρχει μια κίνηση, μια άνθηση, μέσα στην κρίση και στα προβλήματα της. Θαυμάζω πολλούς καλλιτέχνες που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα. Πράγματα εξαιρετικά συμβαίνουν και θα ήταν μεγάλη μου χαρά να συνεισφέρω συχνότερα σε αυτά και εγώ. Οπότε, δεν ξέρω... Θα αφήσω τη ζωή να με εκπλήξει.

Ποια είναι η Μαρία Κωστράκη

Η Ελληνίδα υψίφωνος γεννήθηκε στη Βέροια, μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, σπούδασε στο Μόναχο και το Βίρτσμοουργκ της Γερμανίας. Έκανε το ντεμπούτο της σε ηλικία 23 χρονών με την όπερα «Don Pasquale» του Donizetti, στον ρόλο της Νορίνας, στην Kammeroper του Μονάχου. Εχει τραγουδήσει σε δεκάδες όπερες όπως οι «Cosí fan tutte» του Mozart, «La clemenza di Tito» του Mozart και «Dido & Aeneas» του Purcell, «Cenerentola» του Rossini, «Ariadne auf Naxos» του R. Strauss, «Aida» (Grande Sacerdotessa) και πολλές άλλες. Αξιόλογη είναι και η πορεία της στον χώρο του ελληνικού έντεχνου τραγουδιού. Έχει συμμετάσχει ως σολίστ σε παραγωγές σε Ελλάδα (Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και Θεσσαλονίκης, Εθνική Λυρική Σκηνή, Θέατρο Τέχνης), Γερμανία (Belcanto Festival Bad Wildbad, Festspiele Schloss Weikersheim κ.α.), Ιταλία (Spoleto Teatro Nuevo, Teatro Caio Melisso κ.α.), Αυστρία (Βιέννη), Ελβετία (Baden), Αίγυπτο ( Όπερα του Καΐρου και της Αλεξάνδρειας ) και Αλγερία (Σετίφ). Ακόμη έχει κερδίσει πολλούς διαγωνισμούς και υποτροφίες.

#HerStory