«Όλα είναι μυαλό και κίνηση». Αυτή η πρόταση περικλείει όλη τη φιλοσοφία του έργου του διεθνούς φήμης Έλληνα γλύπτη Παναγιώτη Βασιλάκη, γνωστού ως Takis.

Από τη Μία Κόλλια

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1925, περνώντας την παιδική και εφηβική του ηλικία σε μια περίοδο αλλεπάλληλων πολέμων όπως η Γερμανική και Ιταλική κατοχή αλλά και ο Εμφύλιος πόλεμος. Η καλλιτεχνική του πορεία ξεκινά σε ηλικία περίπου 20 ετών, αν και η οικογένειά του δεν αποδεχόταν την κλίση του προς τις καλές τέχνες. Τα πρώτα έργα του είναι προτομές από γύψο και γλυπτά από σφυρήλατο σίδηρο, εμπνευσμένα από τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό αλλά και από καλλιτέχνες όπως ο Πικάσο και ο Τζιακομέτι. Στα τέλη του 1953 αναχωρεί για το Παρίσι, όπου εντάσσεται για λίγους μήνες στο ατελιέ του σπουδαίου Μπρανκούζι, του Ρουμάνου γλύπτη της αφηρημένης γλυπτικής και γεωμετρικής κομψότητας.

Τα τρία επόμενα χρόνια ζει ανάμεσα στο Παρίσι και το Λονδίνο, όπου εμπνέεται και δημιουργεί τα πρώτα του κινητικά έργα. Εντυπωσιάζεται από τα ραντάρ, τις κεραίες και τα τεχνολογικά κατασκευάσματα στον σιδηροδρομικό σταθμό στο Καλέ της Γαλλίας, εμπνέεται και δημιουργεί τα πρώτα του «Σινιάλα», τα οποία σταδιακά αλλάζουν μορφή. Την επόμενη δεκαετία, ο Takis  πειραματίζεται με όλα τα στοιχεία του περιβάλλοντος και της φύσης που μας περιβάλλουν και θα αποτελέσουν τη βάση της καλλιτεχνικής του πορείας. Εξερευνά τις μαγνητικές δυνάμεις και την ενέργεια των μαγνητικών πεδίων, τα οποία αποτελούν ένα από τα θεμέλια του έργου του. Το 1968 μετακομίζει στη Μασαχουσέτη, όπου προσκαλείται με υποτροφία ως ερευνητής από το πανεπιστήμιο του ΜΙΤ και δημιουργεί μια σειρά από Ηλεκτρομαγνητικά γλυπτά. Το 1986, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ιδρύει το Κέντρο Ερευνών για την Τέχνη και τις Επιστήμες (KETE) στο Γεροβουνό Αττικής.

Πέρα από τα κινητικά του γλυπτά, ο ο Takis έχει ασχοληθεί με τη δημιουργία σκηνικών και τη μουσική επιμέλεια θεατρικών παραστάσεων και performances. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι συνεργασίες του με τον Κώστα Γαβρά, τον Μιχάλη Κακογιάνη, τον Nam June Paik και άλλους.

takis

Στα 70 χρόνια της δημιουργικής πορείας που διένυσε στην Αθήνα, στο Παρίσι, στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη, ο Takis παρήγαγε μερικά από τα πιο δυνατά και ριζοσπαστικά έργα τέχνης του εικοστού αιώνα, επιδρώντας καταλυτικά στην πρωτοπορία της μεταπολεμικής Ευρώπης.

Σε μια έκθεσή του στο Παρίσι, η Γκρέτα Γκάρμπο τον ερωτεύεται. Ο Τζον Λένον και η Γιόκο Ονο έχουν αναφερθεί σε αυτόν στη συνέντευξη- ποταμό που έδωσαν στο περιοδικό Rolling Stone. Ο ίδιος λάτρευε βαθιά τη Μελίνα, την αποκαλούσε «θεά μου». Ο Τakis ήταν ένας πολίτης του κόσμου αλλά, όπως έλεγε, «την Ελλάδα την αγαπώ για το απολλώνιο πνεύμα της και συγχρόνως για το διονυσιακό. Η Ελλάδα είναι ακόμα ένα όνειρο. Έχει κάτι το απολλώνιο, το φανταστικό. Η αττική γη με γεμίζει. Όλα αυτά τα χιλιάδες λουλούδια και φυτά».

Ο γλύπτης του μαγνητισμού, του φωτός και του ήχου, όπως ήταν και ο τίτλος της έκθεσης του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης που θα γινόταν το 2020 αλλά τελικά ακυρώθηκε λόγω κορωνοϊού, ήταν ένας αυτοδίδακτος καλλιτέχνης εκ πεποιθήσεως. Όμως η εφευρετικότητα, το πάθος και η φαντασία του ήταν αστείρευτα. Αυτές οι αρετές μαζί με την εξαιρετική του διαίσθηση τον έκαναν να είναι μπροστά από την εποχή του, γεγονός που συνέβαλε στη διεθνή του επιτυχία. Τα κινητικά έργα τέχνης του έχουν εμπνεύσει ζωγράφους, γλύπτες και ποιητές της γενιάς του αλλά και σημερινούς.

Ο διεθνούς φήμης κριτικός τέχνης και φιλόσοφος Pierre Restani έγραψε για τον Τakis: «…Το σύνολο του έργου του Τakis επικεντρώνεται στη φαντασιακή εικόνα του διαστήματος, της μουσικής του και της απεραντότητάς του. Ο άνθρωπος υπερνικά τη βαρύτητα μέσω της παντοδύναμης τέχνης, η οποία είναι συνάμα αγάπη και επιστήμη… Ιδού ο αιώνιος Τakis, η απεριόριστη ιδιοφυΐα».

#HisStory